Κυριακή 6 Απριλίου 2014

Εκείνο τον κούκο που προσπαθούσε να φέρει την άνοιξη, τον θυμάστε?

17 Σεπτεμβρίου 2013


Εκείνο τον κούκο που προσπαθούσε να φέρει την άνοιξη τον θυμάστε? Ε, πάει πέταξε.. Καλοκαίριασε κι εμείς εδώ, στη σκηνή μας..
Τελικά πολύ βολευτήκαμε σε αυτή σκηνή, φέραμε και τα μπαγκάζια μας ντάλα κατακαλόκαιρο, ο Τζίτζίκας όλη τη μέρα μας κορόιδευε που κουβαλούσαμε σαν τους χαμάληδες, ακόμα κι ο Μέρμηγκας μου ψιθύρισε πως μάλλον το παρατραβάμε κι ο Αίσωπος έσκισε τα πτυχία του, και ανοίξαμε βαλίτσες.
(Βλέπω κι εσείς βολευτήκατε, όσοι μείνατε ακόμα θεατές, έχετε τουλάχιστον την άπλα σας, πιάσατε από ένα στασίδι κανονικό κι από ένα άλλο για να απλώσετε τα πόδια, κι αρχίσατε τα Πατερημά και τις λιτανείες με τα τάπερ κι έγινε ξαφνικά interactive το σκηνικό…)
Οι βαλίτσες ήταν τακτοποιημένες με απόλυτη προσήλωση στις Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Εκτάκτων Κρίσεων: έτσι βρήκα τα πάμπερς μαζί με τα cd του Νταλάρα, τα βιβλία μου φιλοσοφίας και ψυχολογίας μαζί με σουρωτήρι για τα μακαρόνια (καλά, είχα εγώ σουρωτήρι? Α ναι, θυμάμαι τότε που το είχα γεμίσει άχνη και πασπάλιζα την κατεψυγμένη μπουγάτσα ΠΡΙΝ τη βάλω στο φούρνο και τελικά φάγαμε καραμελωμένη σφολιάτα), και πάνω που είχα πιστέψει ότι δεν υπάρχει Θεός αφού περνάω τέτοια ταλαιπωρία, βρίσκω σε μία παιδική βαλιτσούλα τα μπιμπερό μαζί με έναν ξεχασμένο κατάλογο της Victoria Secret ( ο οποίος με ταρακούνησε για τα καλά, τελικά ΠΡΕΠΕΙ να υπάρχει ένα υπέρτατο Ον, ένας υπέρτατος Δημιουργός, που μάλλον εμένα με σχεδίασε στα ρεπά του…).
            Κουτσά στραβά, στήθηκε το σκηνικό και εμείς αρχίσαμε να μαζεύουμε τα διασκορπισμένα κομμάτια μας και υπάρχοντά μας γιατί το καλοκαίρι τελειώνει και πρέπει να μπούμε στους ρυθμούς μας..

Άνοιξαν οι παιδικοί σταθμοί! Έκλεισαν οι παιδικές φωνές από τα κλάματα!
«Παιδί μου, ξύπνα, πρέπει να πάμε … στον παιδικό.. στο σχολείο!!» Οι αντιδράσεις του μικρού είχαν το εξής αποτέλεσμα: η πολυκατοικία άρχισε να μαζεύει υπογραφές γιατί θεώρησαν πως υπάρχει κάποιο παράνομο σφαγείο πουλερικών στον 2ο όροφο και το σόι της κάθε κότας που σφάζεται, σφάζεται για τα κληρονομικά…

Αααα, δε σας είπα και τα δικά μου!! Εγώ, εργάζομαι!!! Ναι, ναι, αφήστε , πού να σας τα λέω… οπότε θεωρητικά μέσα μου καίγομαι να ετοιμαστούμε, έξω μου όμως, Βούδας, όλο το τσι της παγκόσμιας θετικής αύρας φουσκώνει τα πνευμόνια μου και με κάνει να βγάζω φωνούλες ευνούχου μπάτλερ «τι θα ήθελε ο Κύριος? Να μην πάει σχολείο? Μάλιστα Κύριε, ελάτε να αλλάξουμε πάμπερς τώρα, να χαϊδευτούμε με τα μωρομάντηλα, να απλώσουμε κολώνια στα μαλλάκια σας και να τραγουδήσουμε του Μανώλη την ταβέρνα …» ενώ παράλληλα ετοιμάζω πρωινό, και βρίζω από μέσα μου που για ακόμα μία φορά ξέχασα να συνεννοηθώ με την κοπέλα πότε θα έρθει να καθαρίσει και πρωινιάτικα πρέπει να πλύνω τα μισά γαμήλια δώρα που κείτονται στο νεροχύτη διαζευγμένα..

-          «Μπαμπά, πού είναι ο ήλιος? Δεν είναι πρωί…»
-          «Άσε πού να στα λέω γιε μου, ο ήλιος έπρεπε να κλείσει τα λογιστικά του βιβλία για το καλοκαίρι αλλά του την έπεσε το ΣΔΟΕ γιατί βρήκαν κάτι πλαστά ηλιόλουστα τιμολόγια από τις μέρες του Πάσχα και είναι υπό κράτηση.. Έστειλε τα σύννεφα να καλύψουν τη ντροπή, αλλά κάτι μου λέει πως σύντομα θα αφεθεί ελεύθερος για να έρθει να σε χαιρετήσει κι επίσημα, γιατί από εδώ και πέρα μάλλον θα νυστάζει πολύ όλη μέρα και θα πάει να την πέσει στο κρεβάτι του μαζί με τις αρκούδες…»
-          «Κι εγώ να πάω στο κρεβάτι μου, νύστατσα, μαζί με τα αρκουδάκια μου, αυτά δεν πάνε σχολείο».. και γκρίνια ρεπετισιόν…

Σε αυτό το σημείο, θυμάται όλο το κοντινό και μακρινό σόι και κάποιον που είχαμε γνωρίσει κάτω από μια γέφυρα κι είχε πει «τι γλυκό αγοράκι» ως εναλλακτικές λύσεις για πρωινή επίσκεψη αντί για τον παιδικό σταθμό.

Κι εκεί που είσαι σε καλή φάση, τον έχεις πείσει πως τουλάχιστον πρέπει να αλλάξετε πάνα, εκεί που είναι τελείως γυμνός θυμάται όλες τις κρεμούλες που κατά καιρούς βάζουμε.. όχι αυτή, την άλλη την άσπρη, όχι λίγο, πολύ να βάλεις, και μωρομάντηλα και το άλλο το πάμπερ με τον Diego & τη Dora

Ήρθε η ώρα μου να ετοιμαστώ.. Ο μικρός μπορεί να είναι δυομισάχρονος αλλά δεν είναι κανένας yesterderian, τη δουλεύει την πολυλογία και το κεφαλάκι του κατεβάζει ιδέες καθυστέρησης της αναχώρησης όπως εγώ κατεβάζω τα κουρκουμπίνια τα σιροπιαστά. Καταιγιστικά.
- «Μπαμπά, τσιμπάς, να τσιριστείς..» (συνοδεία γκρίνιας γιατί τον φίλησα.).
 Έχει δίκιο εν μέρει.. Βάζω αφρό στο πρόσωπο..
- «Μπαμπά, έχεις κι άλλα γένια, κι εδώ, κι εδώ, και στην κοιλιά, και στα χέρια και στα πόδια…»
- «Άκουσε παιδί μου, στον παιδικό θα σε πάω έτσι κι αλλιώς, και το ‘χω λίγο γρουσουζιά να εμφανίζομαι τη μία μέρα σαν τον Καραγκούνη βαρυστομαχιασμένο και την επόμενη σαν την υπέρβαρη μετεμψύχωση του Νουρέγιεφ, δεν έχω κόψει κι εισιτήρια για να σε πηγαίνω παιδικό! Θα κάνουμε μία συμφωνία: εγώ θα ξυρίσω μόνο πρόσωπο κι εσύ θα πας στον παιδικό χωρίς γκρίνια. Είναι η τελευταία μου προσφορά, κι εγώ στο κόστος το δίνω, μη νομίζεις. Έκλεισε? Κόλλα το!»

 Α, όλα κι όλα, μπορεί να ζω ζωή μονοκοτυλήδονου, αλλά στις διαπραγματεύσεις μου είμαι αναρριχητικός κισσός… Κι ίσως… Ίσως λέω, ένας μονοκοτυλήδονος κούκος να φέρει την άνοιξη χειμωνιάτικα..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου